89
88
Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις
3.2 Ενοποίηση
(α)
Θυγατρικές:
Θυγατρικές
εταιρείες
είναι
εκείνες
(συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών οντοτήτων ειδικού σκοπού)
στις οποίες ο Όμιλος έχει ποσοστό συμμετοχής μεγαλύτερο του
μισού των δικαιωμάτων ψήφου ή έχει τη δυνατότητα να κατευθύνει
τις χρηματοοικονομικές και λειτουργικές αρχές που ακολουθούνται.
Η ύπαρξη ενδεχόμενων δικαιωμάτων ψήφου που μπορούν να
εξασκηθούν ή να μετατραπούν, λαμβάνονται υπόψη, όταν ο Όμιλος
αξιολογεί εάν έχει τον έλεγχο μιας εταιρείας.
Οι θυγατρικές ενοποιούνται πλήρως (ολική ενοποίηση) με την
μέθοδο της εξαγοράς από την ημερομηνία που αποκτάται ο
έλεγχος έπ’ αυτών και παύουν να ενοποιούνται από την ημερομηνία
που τέτοιος έλεγχος δεν υφίσταται.
Η εξαγορά θυγατρικής από τον Όμιλο λογιστικοποιείται βάσει
της μεθόδου της αγοράς. Η παράγραφος “3.6 Άυλα περιουσιακά
στοιχεία – Υπεραξία” περιγράφει τη λογιστική αντιμετώπιση της
υπεραξίας. Το κόστος κτήσηςμιας θυγατρικής είναι η εύλογηαξία των
περιουσιακών στοιχείων που δόθηκαν, των μετοχών που εκδόθηκαν
και των υποχρεώσεων που αναλήφθηκαν κατά την ημερομηνία της
ανταλλαγής, πλέον τυχόν κόστους άμεσα συνδεδεμένου με την
συναλλαγή. Τα εξατομικευμένα περιουσιακά στοιχεία, υποχρεώσεις
και ενδεχόμενες υποχρεώσεις που αποκτώνται σε μία επιχειρηματική
συνένωση επιμετρώνται κατά την εξαγορά στις εύλογες αξίες τους
ανεξαρτήτως του ποσοστού συμμετοχής. Το κόστος αγοράς πέραν
της εύλογης αξίας των επί μέρους στοιχείων που αποκτήθηκαν,
καταχωρείται ως υπεραξία. Αν το συνολικό κόστος της αγοράς
είναι μικρότερο από την εύλογη αξία των επί μέρους στοιχείων που
αποκτήθηκαν, η διαφορά καταχωρείται άμεσα στα αποτελέσματα
της χρήσης.
Διεταιρικές συναλλαγές, υπόλοιπα και μη πραγματοποιημένα κέρδη
από συναλλαγές μεταξύ των εταιρειών του Ομίλου απαλείφονται.
Οι μη πραγματοποιημένες ζημιές, επίσης απαλείφονται, εκτός εάν
η συναλλαγή παρέχει ενδείξεις απομείωσης, του μεταβιβασθέντος
στοιχείου ενεργητικού. Οι λογιστικές αρχές των θυγατρικών έχουν
τροποποιηθεί ώστε να είναι ομοιόμορφες με αυτές που έχουν
υιοθετηθεί από τον Όμιλο.
Συναλλαγές με την μειοψηφία:
Για τη λογιστική αντιμετώπιση
συναλλαγών με την μειοψηφία, ο Όμιλος εφαρμόζει τη λογιστική
αρχή κατά την οποία αντιμετωπίζει τις συναλλαγές αυτές ως
συναλλαγές με τρίτα μέρη εκτός Ομίλου. Οι πωλήσεις προς την
μειοψηφία δημιουργούν κέρδη και ζημιές για τον Όμιλο τα οποία
καταχωρούνται στην κατάσταση αποτελεσμάτων. Οι αγορές από την
μειοψηφία δημιουργούν υπεραξία, η οποία είναι η διαφορά ανάμεσα
στο αντίτιμο που πληρώθηκε και στο ποσοστό της λογιστικής αξίας
της καθαρής θέσης της θυγατρικής εταιρείας που αποκτήθηκε.
(β) Συγγενείς:
Είναι οι επιχειρήσεις αυτές πάνω στις οποίες ο
Όμιλος μπορεί να ασκήσει σημαντική επιρροή αλλά δεν πληρούν τις
προϋποθέσειςγιαναχαρακτηριστούνείτεθυγατρικέςείτεσυμμετοχή
σε κοινοπραξία. Οι παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν από τον
όμιλο συνιστούν ότι το κατεχόμενο ποσοστό μεταξύ 20% και 50%
δικαιωμάτων ψήφου μίας εταιρείας υποδηλώνει σημαντική επιρροή
πάνω στην εταιρεία αυτή. Επενδύσεις σε συγγενείς επιχειρήσεις
αρχικά αναγνωρίζονται στο κόστος και
κατόπιν θεωρούνται ότι χρησιμοποιούν
τη μέθοδο της καθαρής θέσης. Στο τέλος
κάθε χρήσης, το κόστος αυξάνεται με την
αναλογία της επενδύτριας επιχείρησης
στις μεταβολές της καθαρής θέσης της
επενδυόμενης επιχείρησης και μειώνεται
με τα λαμβανόμενα από τη συγγενή
μερίσματα.
Όσον αφορά την υπεραξία απόκτησης,
αυτή μειώνει την αξία της συμμετοχής με
επιβάρυνση των αποτελεσμάτων χρήσης,
όταν μειώνεται η αξία της.
Το μερίδιο του Ομίλου στα κέρδη ή τις
ζημιές των συνδεδεμένων επιχειρήσεων
μετά την εξαγορά αναγνωρίζεται
στα αποτελέσματα, ενώ το μερίδιο
των μεταβολών των αποθεματικών
μετά την εξαγορά, αναγνωρίζεται
στα αποθεματικά. Οι συσσωρευμένες
μεταβολές επηρεάζουν την λογιστική
αξία των επενδύσεων σε συνδεδεμένες
επιχειρήσεις. Όταν η συμμετοχή του
Ομίλου στις ζημίες σε μία συγγενή
επιχείρηση ισούται ή υπερβαίνει τη
συμμετοχή της στη συγγενή επιχείρηση,
συμπεριλαμβανομένων
οποιονδήποτε
άλλων επισφαλών απαιτήσεων, ο Όμιλος
δεν αναγνωρίζει περαιτέρω ζημίες,
εκτός και αν έχει καλύψει υποχρεώσεις
ή έχει ενεργήσει πληρωμές εκ μέρους
της συγγενούς επιχείρησης και εν γένει
εκείνων που προκύπτουν από τη μετοχική
ιδιότητα.
Μη πραγματοποιημένα κέρδη από
συναλλαγές μεταξύ του Ομίλου και των
συγγενών επιχειρήσεων απαλείφονται
κατά το ποσοστό συμμετοχής του
Ομίλου στις συγγενείς επιχειρήσεις. Μη
πραγματοποιημένες ζημιέςαπαλείφονται,
εκτός εάν η συναλλαγή παρέχει ενδείξεις
απομείωσης
του
μεταβιβασθέντος
περιουσιακού στοιχείου. Οι λογιστικές
πολιτικές των συγγενών επιχειρήσεων
τροποποιούνται προκειμένου να είναι
συνεπείς με αυτές που χρησιμοποιεί ο
Όμιλος.
3.3 Πληροφόρηση κατά τομέα
Γιαδιοικητικούςσκοπούς, οΌμιλος είναι οργανωμένοςσε τρεις
κύριες επιχειρηματικές δραστηριότητες: α) Μεταλλουργία,
β) Κατασκευές και γ) Ενέργεια. Σύμφωνα με το ΔΠΧΑ 8 –
Λειτουργικοί Τομείς, η διοίκηση παρακολουθεί τα λειτουργικά
αποτελέσματα των επιχειρηματικών τομέων ξεχωριστά με
σκοπό τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη διάθεση πόρων και
την αξιολόγηση απόδοσης.
3.4 Μετατροπή ξένου νομίσματος
(α) Λειτουργικό νόμισμα και νόμισμα παρουσίασης.
Τα στοιχεία των οικονομικών καταστάσεων των θυγατρικών
εταιρειών του Ομίλου επιμετρώνται βάσει του νομίσματος
του πρωτεύοντος οικονομικού περιβάλλοντος, στο οποίο
λειτουργεί ο Όμιλος (λειτουργικό νόμισμα). Οι ενοποιημένες
οικονομικές καταστάσεις παρουσιάζονται σε Ευρώ (
€
), που
είναι το λειτουργικό νόμισμα και το νόμισμα παρουσίασης της
μητρικής Εταιρείας και όλων των θυγατρικών της.
(β) Συναλλαγές και υπόλοιπα λογαριασμών.
Οι συναλλαγές σε ξένα νομίσματα μετατρέπονται στο
λειτουργικό νόμισμα με την χρήση των συναλλαγματικών
ισοτιμιών (τρέχουσες ισοτιμίες) που ισχύουν κατά την
ημερομηνία των συναλλαγών.
Κέρδη και ζημιές από συναλλαγματικές διαφορές οι οποίες
προκύπτουν από την εκκαθάριση τέτοιων συναλλαγών
κατά την διάρκεια της περιόδου και από την μετατροπή των
νομισματικών στοιχείων που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα με
τις ισχύουσες ισοτιμίες κατά την ημερομηνία ισολογισμού,
καταχωρούνται στα αποτελέσματα. Οι συναλλαγματικές
διαφορές από μη νομισματικά στοιχεία που αποτιμώνται
στην εύλογη αξία τους, θεωρούνται ως τμήμα της εύλογης
αξίας και συνεπώς καταχωρούνται όπου και οι διαφορές της
εύλογης αξίας.
Οι εκτός Ελλάδος δραστηριότητες του Ομίλου σε ξένα
νομίσματα (οι οποίες αποτελούν κατά κανόνα αναπόσπαστο
μέρος των δραστηριοτήτων της μητρικής), μετατρέπονται
στο νόμισμα λειτουργίας με την χρήση των ισοτιμιών που
ισχύουν κατά την ημερομηνία των συναλλαγών, ενώ τα
στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού των δραστηριοτήτων
στο εξωτερικό, συµπεριλαµβανοµένων της υπεραξίας και των
αναπροσαρμογών της εύλογης αξίας, που προκύπτουν κατά
την ενοποίηση, μετατρέπονται σεΕυρώµε τιςσυναλλαγµατικές
ισοτιμίες που ισχύουν κατά την ημερομηνία του ισολογισμού.
(γ) Εταιρείες του Ομίλου.
Τα λειτουργικά αποτελέσματα και τα ίδια κεφάλαια όλων των
εταιριών του Ομίλου (εκτός από εκείνες που λειτουργούν σε
υπερπληθωριστικές οικονομίες), των οποίων το λειτουργικό
νόμισμα είναι διαφορετικό από το νόμισμα παρουσίασης του
Ομίλου, μετατρέπονται στο νόμισμα παρουσίασης του Ομίλου
ως ακολούθως:
(i) Τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού
για κάθε ισολογισμό παρουσιάζονται και
μετατρέπονται με τη συναλλαγματική
ισοτιμία κατά την ημερομηνία του
ισολογισμού.
(ii) Τα έσοδα και έξοδα της κατάστασης
αποτελεσμάτων χρήσεως της κάθε
εταιρείας μετατρέπονται σύμφωνα με τη
μέση ισοτιμία που διαμορφώνεται από την
έναρξη της χρήσεως έως την ημερομηνία
κλεισίματος του ισολογισμού.
(iii) Όλες οι συναλλαγματικές διαφορές
που προκύπτουν από τα παραπάνω
καταχωρούνται στο “ αποθεματικό
μετατροπής ισολογισμών θυγατρικών σε
ξένο νόμισμα “ των ιδίων κεφαλαίων.
Η υπεραξία και οι αναπροσαρμογές
σε εύλογη αξία που προκύπτουν
κατά την εξαγορά θυγατρικών που
δραστηριοποιούνται
στο
εξωτερικό
καταχωρούνται ως στοιχεία ενεργητικού/
παθητικού της θυγατρικής εξωτερικού
και μετατρέπονται σύμφωνα με την τιμή
κλεισίματος που ισχύει κάθε φορά.
3.5 Ενσώματες ακινητοποιήσεις
Τα πάγια στοιχεία του ενεργητικού
απεικονίζονται
στις
οικονομικές
καταστάσεις στις αξίες κτήσεως τους ή
στις αξίες τεκμαιρόμενου κόστους όπως
αυτό προσδιορίστηκε βάση ευλόγων
αξιών κατά την ημερομηνίες μετάβασης,
μείον, κατ’ αρχήν τις συσσωρευμένες
αποσβέσεις
και
δεύτερον,
τυχών
απαξιώσεις των παγίων. Το κόστος
κτήσεως περιλαμβάνει όλες τις άμεσα
επιρριπτέες δαπάνες για την απόκτηση
των στοιχείων.
Μεταγενέστερεςδαπάνεςκαταχωρούνται
σε επαύξηση της λογιστικής αξίας των
ενσωμάτων παγίων ή ως ξεχωριστό πάγιο
μόνον κατά την έκταση που οι δαπάνες
αυτές αυξάνουν τα μελλοντικά οικονομικά
οφέλη που αναμένεται να εισρεύσουν
από τη χρήση του παγίου στοιχείου και
το κόστος τους μπορεί να επιμετρηθεί
αξιόπιστα.
Το
κόστος
επισκευών
και συντηρήσεων καταχωρείται στα
αποτελέσματα όταν πραγματοποιούνται.