93
92
Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις
Καθαρή αξία πώλησης θεωρείται το ποσό από την πώληση ενός
στοιχείου του ενεργητικού στα πλαίσια μιας αμφοτεροβαρούς
συναλλαγήςστην οποία ταμέρη έχουν πλήρη γνώση και προσχωρούν
οικειοθελώς, μετά από την αφαίρεση κάθε πρόσθετου άμεσου
κόστους διάθεσης του στοιχείου ενεργητικού, ενώ, αξία χρήσης
είναι η παρούσα αξία των εκτιμώμενων μελλοντικών ταμειακών
ροών που αναμένεται να εισρεύσουν στην επιχείρηση από τη χρήση
ενός στοιχείου ενεργητικού και από την διάθεση του στο τέλος της
εκτιμώμενης ωφέλιμης ζωής του.
3.8 Σημαντικές λογιστικές κρίσεις, εκτιμήσεις
και υποθέσεις
Η προετοιμασία των οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με τα
ΔΠΧΑ απαιτεί από τη διοίκηση τον σχηματισμό κρίσεων, εκτιμήσεων
και υποθέσεων οι οποίες επηρεάζουν τα δημοσιευμένα στοιχεία του
ενεργητικού και τις υποχρεώσεις, όπως επίσης την γνωστοποίηση
ενδεχόμενων απαιτήσεων και υποχρεώσεων κατά την ημερομηνία
σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων και τα δημοσιευμένα ποσά
εσόδων και εξόδων κατά την περίοδο αναφοράς. Τα πραγματικά
αποτελέσματα μπορεί να διαφέρουν από αυτά τα οποία έχουν
εκτιμηθεί.
Οι εκτιμήσεις και οι κρίσεις επαναξιολογούνται συνεχώς και
βασίζονται τόσο στην εμπειρία του παρελθόντος όσο και σε
άλλους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων και των προσδοκιών
για μελλοντικά γεγονότα τα οποία θεωρούνται λογικά με βάση τις
συγκεκριμένες συνθήκες.
3.8.1 Κρίσεις
Κατά τη διαδικασία εφαρμογής των λογιστικών αρχών και των
κρίσεων της διοίκησης, εκτός αυτών που περιλαμβάνουν εκτιμήσεις,
που σχηματίζονται από τη διοίκηση και που έχουν την σημαντικότερη
επίδραση στα ποσά που αναγνωρίζονται στις οικονομικές
καταστάσεις κυρίως σχετίζονται με:
• κατηγοριοποίηση των επενδύσεων
Η διοίκηση αποφασίζει κατά την απόκτηση μίας επένδυσης, εάν
αυτή θα κατηγοριοποιηθεί ως διακρατούμενη μέχρι την λήξη,
κατεχόμενη για εμπορικούς σκοπούς, αποτιμώμενη στην εύλογη
αξία μέσω των αποτελεσμάτων, ή διαθέσιμη προς πώληση. Για αυτές
που είναι διακρατούμενες μέχρι τη λήξη, η διοίκηση εξετάζει εάν
πληρούνται τα κριτήρια που ορίζει το ΔΛΠ 39 και συγκεκριμένα ο
όμιλος έχει την πρόθεση και την ικανότητα να της κρατήσει έως τη
λήξη τους. Ο Όμιλος κατηγοριοποιεί τις επενδύσεις ως κατεχόμενες
για εμπορικούς σκοπούς εάν αυτές έχουν αποκτηθεί κυρίως για
τη δημιουργία βραχυπρόθεσμου κέρδους. Η κατηγοριοποίηση
των επενδύσεων ως αποτιμώμενες στην εύλογη αξία μέσω των
αποτελεσμάτωνεξαρτάται απότοντρόπομεβάσητονοποίοηδιοίκηση
παρακολουθεί την απόδοση των επενδύσεων αυτών. Όταν δεν
κατηγοριοποιούνται ως κατεχόμενες για εμπορικούς σκοπούς αλλά
υπάρχουν διαθέσιμες και αξιόπιστες εύλογες αξίες και οι μεταβολές
στις εύλογες αξίες περιλαμβάνονται στο κέρδος ή στη ζημιά στους
λογαριασμούς των αποτελεσμάτων, τότε κατηγοριοποιούνται ως
αποτιμώμενες στην εύλογη αξία μέσω
των αποτελεσμάτων. Όλες οι λοιπές
επενδύσεις
κατηγοριοποιούνται
ως
διαθέσιμες προς πώληση.
• ανακτησιμότητα των απαιτήσεων
Οι εμπορικές απαιτήσεις αναγνωρίζονται
αρχικά στην εύλογη αξία και ύστερα
αποτιμώνται στο αναπόσβεστο κόστος
μείον τις προβλέψεις για απομείωση,
χρησιμοποιώντας τη μέθοδο του
πραγματικού επιτοκίου. Όταν η Εταιρεία
έχει αντικειμενικές ενδείξεις ότι δεν θα
εισπράξει όλα τα οφειλόμενα σε αυτήν
ποσά, σύμφωνα με τους όρους της κάθε
συμφωνίας, σχηματίζει πρόβλεψη για
απομείωση εμπορικών απαιτήσεων. Το
ύψος της πρόβλεψης διαμορφώνεται
από τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ
της λογιστικής αξίας των απαιτήσεων
και τις παρούσας αξίας των εκτιμώμενων
μελλοντικών ταμιακών ροών, οι οποίες
προεξοφλούνται με το πραγματικό
επιτόκιο. Το ποσό της πρόβλεψης
καταχωρείται ως δαπάνη στα άλλα
έξοδα εκμετάλλευσης στην κατάσταση
αποτελεσμάτων.
• απαξίωση των αποθεμάτων
Κατάλληλες προβλέψεις σχηματίζονται
για απαξιωμένα, άχρηστα και αποθέματα
με πολύ χαμηλή κίνηση στην αγορά. Οι
μειώσεις της αξίας των αποθεμάτων στην
καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία και οι λοιπές
ζημίες από αποθέματα καταχωρούνται
στην κατάσταση αποτελεσμάτων κατά την
περίοδο που εμφανίζονται.
• κατά πόσο μία μίσθωση
που συνάπτεται με έναν εξωτερικό
εκμισθωτή κατατάσσεται
ως λειτουργική ή χρηματοδοτική.
Οι μισθώσεις, για τις οποίες ουσιαστικά
όλοι οι κίνδυνοι και ωφέλειες του
μισθωμένου
στοιχείου
παραμένουν
στον εκμισθωτή χαρακτηρίζονται ως
λειτουργικές μισθώσεις. Τα ποσά που
καταβάλλονται για την εξόφληση των
δόσεων των ανωτέρω μισθώσεων
καταχωρούνται
στην
κατάσταση
αποτελεσμάτων. Οι μισθώσεις που
αφορούν ενσώματες ακινητοποιήσεις
για τις οποίες η Εταιρεία έχει ουσιαστικά
όλους τους κινδύνους και τις ωφέλειες
των μισθωμένων παγίων χαρακτηρίζονται
ως χρηματοδοτικές μισθώσεις.
3.8.2 Εκτιμήσεις και υποθέσεις
Συγκεκριμένα ποσά τα οποία περιλαμβάνονται ή επηρεάζουν
τις οικονομικές καταστάσεις και οι σχετικές γνωστοποιήσεις
πρέπει να εκτιμώνται, απαιτώντας τον σχηματισμό υποθέσεων
σχετικά με αξίες ή συνθήκες που δεν είναι δυνατό να είναι
γνωστές με βεβαιότητα κατά την περίοδο σύνταξης των
οικονομικών καταστάσεων. Ως σημαντική λογιστική εκτίμηση,
θεωρείται μία η οποία είναι σημαντική για την εικόνα της
οικονομικής κατάστασης της εταιρείας και τα αποτελέσματα
και απαιτεί τις πιο δύσκολες, υποκειμενικές ή περίπλοκες
κρίσεις της διοίκησης, συχνά ως αποτέλεσμα της ανάγκης για
σχηματισμό εκτιμήσεων σχετικά με την επίδραση υποθέσεων
οι οποίες είναι αβέβαιες. Ο Όμιλος αξιολογεί τέτοιες
εκτιμήσεις σε συνεχή βάση, βασιζόμενος στα αποτελέσματα
του παρελθόντος και στην εμπειρία, συσκέψεις με ειδικούς,
τάσεις και άλλες μεθόδους οι οποίες θεωρούνται λογικές στις
συγκεκριμένες συνθήκες, όπως επίσης και τις προβλέψεις
μας σχετικά με το πώς αυτά ενδέχεται να αλλάξουν στο
μέλλον.
Κατά τη σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων, οι σημαντικές
λογιστικές εκτιμήσεις και κρίσεις που υιοθετήθηκαν από
τη Διοίκηση για την εφαρμογή των λογιστικών αρχών του
Ομίλου, είναι συνεπείς με αυτές που εφαρμόστηκαν στις
ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της 31ης Δεκεμβρίου 2013.
Σε συνέχεια των παραπάνω και ειδικότερα για τις οικονομικές
καταστάσεις της 31/12/2014 σημειώνονται τα ακόλουθα:
• Εκτιμώμενη απομείωση υπεραξίας
Ο Όμιλος διενεργεί σε ετήσια βάση έλεγχο για τυχόν
απομείωση της υπεραξίας και ενδιάμεσα, όταν τα γεγονότα
ή οι συνθήκες καθιστούν πιθανή την ύπαρξη απομείωσης
(π.χ. μία σημαντική δυσμενής αλλαγή στο εταιρικό κλίμα
ή μία απόφαση για πώληση ή διάθεση μιας μονάδας). Ο
καθορισμός της ύπαρξης απομείωσης απαιτεί την αποτίμηση
της αντίστοιχης μονάδας, η οποία εκτιμάται χρησιμοποιώντας
την μέθοδο της προεξόφλησης των ταμειακών ροών. Όταν
αυτό κρίνεται διαθέσιμο και απαραίτητο, χρησιμοποιούνται
σχετικοί συντελεστές πολλαπλασιασμού της αγοράς,
προκειμένου να επιβεβαιωθούν τα αποτελέσματα από τις
προεξοφλημένες ταμειακές ροές. Εφαρμόζοντας αυτή
τη μεθοδολογία, η εταιρεία βασίζεται σε μία σειρά από
παράγοντες, στους οποίους περιλαμβάνονται τα πραγματικά
λειτουργικά αποτελέσματα, τα μελλοντικά εταιρικά σχέδια, οι
οικονομικές προεκτάσεις και τα δεδομένα της αγοράς.
Στην περίπτωση που από αυτή την ανάλυση προκύπτει
απομείωση της υπεραξίας, τότε η μέτρηση της απομείωσης
απαιτεί εκτίμηση της εύλογης αξίας για κάθε αναγνωριζόμενο
ενσώματοήάυλοπεριουσιακόστοιχείο. Σεαυτή τηνπερίπτωση,
χρησιμοποιείται η προσέγγιση των ταμειακών ροών η οποία
αναφέρεται ανωτέρω από ανεξάρτητους εκτιμητές, όπου
κρίνεται κατάλληλο.
Διενεργείται έλεγχος για άλλα αναγνωριζόμενα άυλα
περιουσιακά στοιχεία με καθορισμένες ωφέλιμες ζωές και
υποκείμενα σε απόσβεση, συγκρίνοντας την λογιστική αξία με
το άθροισμα των μη προεξοφλημένων ταμειακών ροών που
αναμένεται να δημιουργηθούν από το περιουσιακό στοιχείο.
Ελέγχονται τα άυλα περιουσιακά
στοιχεία με αόριστες ωφέλιμες ζωές
ετησίως χρησιμοποιώντας μία μέθοδο
εύλογης αξίας όπως τις προεξοφλημένες
ταμειακές ροές.
Ο Όμιλος ετησίως διενεργεί έλεγχο για
απομείωση της υπεραξίας, σύμφωνα
με την λογιστική πολιτική, όπως
αυτή αναφέρεται στη Σημείωση 3.6.
Τα ανακτήσιμα ποσά των μονάδων
δημιουργίας ταμειακών ροών έχουν
καθοριστεί βασιζόμενα σε υπολογισμούς
της αξίας σε χρήση (on value-in-use cal-
culations). Αυτοί οι υπολογισμοί απαιτούν
τη χρήση εκτιμήσεων.
• Προϋπολογισμοί
κατασκευαστικών συμβάσεων
Ο χειρισμός των εσόδων και εξόδων μίας
κατασκευαστικής σύμβασης, εξαρτάται
από εάν το τελικό αποτέλεσμα από την
εκτέλεση του συμβατικού έργου μπορεί
να εκτιμηθεί αξιόπιστα (και αναμένεται
να αποφέρει κέρδος στον κατασκευαστή
ή το αποτέλεσμα από την εκτέλεση είναι
ζημιογόνο). Όταν το αποτέλεσμα ενός
συμβολαίου έργου μπορεί να εκτιμηθεί
με αξιοπιστία, τότε τα έσοδα και τα έξοδα
του συμβολαίου αναγνωρίζονται κατά τη
διάρκεια του συμβολαίου, αντίστοιχα, ως
έσοδο και έξοδο. Ο Όμιλος χρησιμοποιεί
τη μέθοδο της ποσοστιαίας ολοκλήρωσης
για να καθορίσει το κατάλληλο ποσό
εσόδου και εξόδου που θα αναγνωρίσει
σε μια συγκεκριμένη περίοδο. Το
στάδιο ολοκλήρωσης μετράται με
βάση το συμβατικό κόστος που έχει
πραγματοποιηθεί μέχρι την ημερομηνία
του ισολογισμού σε σχέση με το συνολικό
εκτιμώμενο κόστος κατασκευή κάθε
έργου. Απαιτούνται συνεπώς, σημαντικές
εκτιμήσεις της διοίκησης, αναφορικά
με το μικτό αποτέλεσμα με το οποίο
θα εκτελείται η εκάστοτε εκτελούμενη
κατασκευαστική σύμβαση (εκτιμώμενο
κόστος εκτέλεσης).
• Φόροι εισοδήματος
Ο Όμιλος και η Εταιρεία υπόκειται σε
φόρο εισοδήματος σε πολυάριθμες
φορολογικές δικαιοδοσίες. Σημαντικές
εκτιμήσεις
απαιτούνται
για
τον
καθορισμό της πρόβλεψης για φόρους
εισοδήματος, καθώς και για τον